Watt - translation to γαλλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Watt - translation to γαλλικά

RADIO STATION IN CADILLAC, MICHIGAN
WATT (AM); W291DE

Watt         
Watt, family name; James Watt (1736-1819), Scottish inventor who improved the steam engine and coined the term horsepower
kilowatt      
n. kilowatt, unit of electrical energy equal to 1000 watts
microwatt      
n. microwatt

Ορισμός

watt
(abbrev.: W)
¦ noun the SI unit of power, equivalent to one joule per second, corresponding to the rate of energy in an electric circuit where the potential difference is one volt and the current one ampere.
Origin
C19: named after the Scottish engineer James Watt.

Βικιπαίδεια

WATT

WATT (1240 AM, "News Talk 1240") is a radio station broadcasting a news-talk-sports format. Licensed to Cadillac, Michigan, it began broadcasting in 1946.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για Watt
1. Avec le W, on pose watt, wagon, wu, kiwi, mais pas web.
2. Le co$';t de production de l‘énergie solaire atteignait 30 dollars en 1'80 par watt.
3. En effet, le watt [W] est une unité de puissance, et pas d‘énergie.
4. En 2005, j‘ai proposé au G8 une réglementation bannissant les appareils domestiques consommant plus d‘un watt en veille.
5. Souvenons–nous que la capacité de production d‘électricité s‘exprime en puissance électrique, dont l‘unité est le watt.